ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΚΑΚΙΟΥ
Ο άνθρωπος κάθε εποχής είναι από την φύση του δημιουργικός και σε πολλές περιπτώσεις ‘‘ θαυματουργός’’. Επάνω σ’ ένα τέτοιο υπόβαθρο βασίζεται και στηρίζεται κάθε επόμενο πνευματικό δημιούργημα του ανθρώπου, το οποίο επεκτείνεται ή και ανυψώνεται σε κάποιους άλλους ορίζοντες. Τέχνες, γράμματα, επιστήμες το μαρτυρούν ακόμα και αν αυτό εντοπίζεται στα διαχρονικά παιχνίδια.
Κατά τον Πλάτωνα ‘‘ όσα θέματα διαφεύγουν της οράσεως, συλλαμβάνονται μόνο από την σκέψη και την νόηση’’. Στα θέματα αυτά συμπεριλαμβάνονται τα μαθηματικά, η αστρονομία, η γεωγραφία, η φυσική, η χημεία, η φιλοσοφία κ.λ.π.
Δείγματα τούτων και άλλα τεχνικά στοιχεία περιλαμβάνονται στα αρχαία κείμενα, αλλά έμειναν αχρησιμοποίητα από τους σημερινούς ερευνητές. Προσδιορίζουν όμως πολλά ‘‘ πότε’’. Έτσι π.χ. από τα αστρονομικά στοιχεία αυτού τούτου του Ομήρου προσδιορίζεται ασφαλώς, ότι ο Τρωικός πόλεμος έλαβε χώραν από το έτος 3.087 μέχρι το έτος 3.078 πρό Χριστού.
Στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία συναντούμε την λέξη και το παιχνίδι των πεσσών.(πεσσός, Αττ. πεττός.)
Ενδεικτικά:
- Οδύσσεια Α 107 ‘‘ πεσσοίσι …θυμόν έτερπον ’’
- Ηρόδ. 1. 94 ‘‘ η των πεσσών παιγνίη ’’
- Πινδ. Αποσπ. 95. 4 ‘‘ τοί μεν ίπποις …, τοί δε πεσσοίς …. τέρπονται ’’
- Πλάτ. Πολ. 333Β ‘‘ πεττών θέσις ’’
- Πλάτ. Φαίδρ. 274
- Σοφ. Αποσπ. 380 ‘‘ εφεύρε πεσσούς κύβους τε ’’(δηλ. ο Παλαμήδης)
- Ευριπ. Αποσπ. 362. 9 ‘‘ πόλεις πεσσών ομοίως διαφοραίς εκτισμέναι, ως ει
εξηρτώντο εκ παιγνιδίου πεσσών ’’
- Σοφοκλ. Αποσπ. 381 ‘‘ παρ’ όσον πέντε γραμμαίς έπαιζον ’’ (η σανίς εφ’
ής επαίζετο το παιγνίδιον, πεσσά πεντέγραμμα )
πεσσοί: Ευρέτην της παιδιάς (παιχνίδι) των πεσσών έλεγαν οι αρχαίοι τον Παλαμήδην 1 (ίδε Άβαξ).
Της παιδιάς αυτής μνημονεύει και ο Όμηρος παριστάνοντας τους μνηστήρες της Πηνελόπης παίζοντας αυτήν προς τέρψιν. (Οδύσσεια Α 107)
Άλλοι ανατιθέασι την εύρεση αυτής σε Αιγύπτιο ιερέα (Θεύθ). Σε πολλούς αιγυπτιακούς τάφους, εικονίζονται άνθρωποι να παίζουνε πεσσούς. Μία γραφή σε πάπυρο βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Leyden, χρονολογουμένη το 1700 π.χ. Άξιον παρατηρήσεως είναι ότι φαίνεται σ’αυτήν ένας μόνον άνθρωπος να παίζει.
1 Παλαμήδης: Ένας εκ των αρχηγών των μετασχόντων της εκστρατείας εναντίον της Τροίας. Υιός του Ναυπλίου και της Ησιόνης.
Η παιδιάς:
Σε Ελληνικά γραπτά αγγεία παρατηρούμε συνήθως δύο συμπαίκτες παίζοντας σε άβακα (σανίδα). Υπήρχαν δύο τάξεις πεσσών, η μεν μελάνων, η δε λευκών ή ερυθρών. Επειδή δε σκοπός της παιδιάς ήταν η παράστασις δύο στρατών μαχομένων, οι πεσσοί ελέγοντο στρατιώται, εχθροί και λαφυραγωγοί ή λησταί. Ενίοτε κατασκευάζονταν εκ μετάλλου ή ελέφαντος, υάλου ή κεράμων και ήσαν ποικίλοι και παράδοξοι τον τύπον.
Σκοπός εκατέρου των πεσσευτών ήτο να συλλάβει πεσσόν του εναντίου αυτού μεταξύ δύο των εαυτού. Ήταν δε κάποια εκ των πεσσών ορισμένη η κίνησης, άλλα δε ηδύναντο να κινούνται κατ’ αρεσκείαν των παιζόντων και οι μεν ελέγοντο τακτικοί οι δε αόριστοι.
Τους πεσσούς, έπαιζαν επί άβακος (το παλαμήδιον αβάκιον) διηρημένο δια πέντε (5) γραμμάτων κατά μήκος και κατά πλάτος. Η μέση θέση εκαλείτο ‘‘ ιερά ’’.
Εμφανές δε, είναι η τεραστία διαφορά μεταξύ των δύο παιχνιδιών (κύβοι - πεσσοί). Διότι οι μεν κύβοι καταρριπτόμενοι εξάπλευροι βόλοι - εκ των οποίων και το κυβικόν των σχήμα - και οιονεί κατακυβιστώντες εν τω βάλλεσθαι, απεναντίας ο πεσσός είναι εντελώς διαφορετικό παιχνίδι. Ο Ηρόδοτος φανερά διαφέρει τον κύβον και τον πεσσόν λέγοντας ότι οι Λυδοί εφεύραν τους κύβους, και τους αστραγάλους και την σφαίρα και άλλα παιχνίδια εκτός των πεσσών. Στα δε πρώτα συμβάλλει η τύχη ενώ στους πεσσούς η λογική αποκλειστικά.
Η παρατιθέμενη εικόνα από αγγείο Μουσείου, φέρει τον Αίαντα και τον εξάδελφό του Αχιλλέα να παίζουνε πεσσούς αναγνωρίζοντας το παιχνίδι αυτό ως μέσον ψυχαγωγίας και ορθολογικά αρεστό για τους δύο στρατηλάτες.
Σίγουρα το παιχνίδι των πεσσών είναι ο πρόγονος του παιχνιδιού ΣΚΑΚΙ.
Βέβαια, πολλοί σύγχρονοι ‘‘ ερευνητές ’’ αποδίδουν την εύρεση αυτού του παιχνιδιού στην Μεσοποταμία ή στην Περσία ή στην Ινδία ή όπου αλλού αυτοί θεωρούν έτσι απλά και αόριστα - σαν παραμυθάκι - την προέλευσή του.
ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Χρήστος Γ. Κούκης
Υ.Γ: Συγγνώμη για την μονοτονική μορφή της αρχαίας γραφής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- LIDDELL & SCOTT ‘‘ ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ’’
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Γ. ΓΕΩΡΓΑΚΑ
- ‘‘ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΩΝ ΑΡΑΙΟΤΗΤΩΝ’’ ΜΕΤΑ 500
ΑΡΙΣΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΤΑ ΟΥΪΛΛΙΕΛΜΟΝ ΣΜΙΘ ΥΠΟ ΣΩΚΡ. ΤΣΙΒΑΝΟΠΟΥΛΟΥ.
- ‘‘ Η ΑΝΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ’’ ΚΩΝ. Β. ΚΟΥΤΡΟΥΒΕΛΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΑΥΛΟΣ.
Κατά τον Πλάτωνα ‘‘ όσα θέματα διαφεύγουν της οράσεως, συλλαμβάνονται μόνο από την σκέψη και την νόηση’’. Στα θέματα αυτά συμπεριλαμβάνονται τα μαθηματικά, η αστρονομία, η γεωγραφία, η φυσική, η χημεία, η φιλοσοφία κ.λ.π.
Δείγματα τούτων και άλλα τεχνικά στοιχεία περιλαμβάνονται στα αρχαία κείμενα, αλλά έμειναν αχρησιμοποίητα από τους σημερινούς ερευνητές. Προσδιορίζουν όμως πολλά ‘‘ πότε’’. Έτσι π.χ. από τα αστρονομικά στοιχεία αυτού τούτου του Ομήρου προσδιορίζεται ασφαλώς, ότι ο Τρωικός πόλεμος έλαβε χώραν από το έτος 3.087 μέχρι το έτος 3.078 πρό Χριστού.
Στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία συναντούμε την λέξη και το παιχνίδι των πεσσών.(πεσσός, Αττ. πεττός.)
Ενδεικτικά:
- Οδύσσεια Α 107 ‘‘ πεσσοίσι …θυμόν έτερπον ’’
- Ηρόδ. 1. 94 ‘‘ η των πεσσών παιγνίη ’’
- Πινδ. Αποσπ. 95. 4 ‘‘ τοί μεν ίπποις …, τοί δε πεσσοίς …. τέρπονται ’’
- Πλάτ. Πολ. 333Β ‘‘ πεττών θέσις ’’
- Πλάτ. Φαίδρ. 274
- Σοφ. Αποσπ. 380 ‘‘ εφεύρε πεσσούς κύβους τε ’’(δηλ. ο Παλαμήδης)
- Ευριπ. Αποσπ. 362. 9 ‘‘ πόλεις πεσσών ομοίως διαφοραίς εκτισμέναι, ως ει
εξηρτώντο εκ παιγνιδίου πεσσών ’’
- Σοφοκλ. Αποσπ. 381 ‘‘ παρ’ όσον πέντε γραμμαίς έπαιζον ’’ (η σανίς εφ’
ής επαίζετο το παιγνίδιον, πεσσά πεντέγραμμα )
πεσσοί: Ευρέτην της παιδιάς (παιχνίδι) των πεσσών έλεγαν οι αρχαίοι τον Παλαμήδην 1 (ίδε Άβαξ).
Της παιδιάς αυτής μνημονεύει και ο Όμηρος παριστάνοντας τους μνηστήρες της Πηνελόπης παίζοντας αυτήν προς τέρψιν. (Οδύσσεια Α 107)
Άλλοι ανατιθέασι την εύρεση αυτής σε Αιγύπτιο ιερέα (Θεύθ). Σε πολλούς αιγυπτιακούς τάφους, εικονίζονται άνθρωποι να παίζουνε πεσσούς. Μία γραφή σε πάπυρο βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Leyden, χρονολογουμένη το 1700 π.χ. Άξιον παρατηρήσεως είναι ότι φαίνεται σ’αυτήν ένας μόνον άνθρωπος να παίζει.
1 Παλαμήδης: Ένας εκ των αρχηγών των μετασχόντων της εκστρατείας εναντίον της Τροίας. Υιός του Ναυπλίου και της Ησιόνης.
Η παιδιάς:
Σε Ελληνικά γραπτά αγγεία παρατηρούμε συνήθως δύο συμπαίκτες παίζοντας σε άβακα (σανίδα). Υπήρχαν δύο τάξεις πεσσών, η μεν μελάνων, η δε λευκών ή ερυθρών. Επειδή δε σκοπός της παιδιάς ήταν η παράστασις δύο στρατών μαχομένων, οι πεσσοί ελέγοντο στρατιώται, εχθροί και λαφυραγωγοί ή λησταί. Ενίοτε κατασκευάζονταν εκ μετάλλου ή ελέφαντος, υάλου ή κεράμων και ήσαν ποικίλοι και παράδοξοι τον τύπον.
Σκοπός εκατέρου των πεσσευτών ήτο να συλλάβει πεσσόν του εναντίου αυτού μεταξύ δύο των εαυτού. Ήταν δε κάποια εκ των πεσσών ορισμένη η κίνησης, άλλα δε ηδύναντο να κινούνται κατ’ αρεσκείαν των παιζόντων και οι μεν ελέγοντο τακτικοί οι δε αόριστοι.
Τους πεσσούς, έπαιζαν επί άβακος (το παλαμήδιον αβάκιον) διηρημένο δια πέντε (5) γραμμάτων κατά μήκος και κατά πλάτος. Η μέση θέση εκαλείτο ‘‘ ιερά ’’.
Εμφανές δε, είναι η τεραστία διαφορά μεταξύ των δύο παιχνιδιών (κύβοι - πεσσοί). Διότι οι μεν κύβοι καταρριπτόμενοι εξάπλευροι βόλοι - εκ των οποίων και το κυβικόν των σχήμα - και οιονεί κατακυβιστώντες εν τω βάλλεσθαι, απεναντίας ο πεσσός είναι εντελώς διαφορετικό παιχνίδι. Ο Ηρόδοτος φανερά διαφέρει τον κύβον και τον πεσσόν λέγοντας ότι οι Λυδοί εφεύραν τους κύβους, και τους αστραγάλους και την σφαίρα και άλλα παιχνίδια εκτός των πεσσών. Στα δε πρώτα συμβάλλει η τύχη ενώ στους πεσσούς η λογική αποκλειστικά.
Η παρατιθέμενη εικόνα από αγγείο Μουσείου, φέρει τον Αίαντα και τον εξάδελφό του Αχιλλέα να παίζουνε πεσσούς αναγνωρίζοντας το παιχνίδι αυτό ως μέσον ψυχαγωγίας και ορθολογικά αρεστό για τους δύο στρατηλάτες.
Σίγουρα το παιχνίδι των πεσσών είναι ο πρόγονος του παιχνιδιού ΣΚΑΚΙ.
Βέβαια, πολλοί σύγχρονοι ‘‘ ερευνητές ’’ αποδίδουν την εύρεση αυτού του παιχνιδιού στην Μεσοποταμία ή στην Περσία ή στην Ινδία ή όπου αλλού αυτοί θεωρούν έτσι απλά και αόριστα - σαν παραμυθάκι - την προέλευσή του.
ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Χρήστος Γ. Κούκης
Υ.Γ: Συγγνώμη για την μονοτονική μορφή της αρχαίας γραφής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- LIDDELL & SCOTT ‘‘ ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ’’
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Γ. ΓΕΩΡΓΑΚΑ
- ‘‘ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΩΝ ΑΡΑΙΟΤΗΤΩΝ’’ ΜΕΤΑ 500
ΑΡΙΣΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΤΑ ΟΥΪΛΛΙΕΛΜΟΝ ΣΜΙΘ ΥΠΟ ΣΩΚΡ. ΤΣΙΒΑΝΟΠΟΥΛΟΥ.
- ‘‘ Η ΑΝΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ’’ ΚΩΝ. Β. ΚΟΥΤΡΟΥΒΕΛΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΑΥΛΟΣ.
Το σύγχρονο σκάκι
Για τον Μίσα Ταλ
Αποσπάσματα από συνέντευξη που έδωσε ο Γκάρι Κασπάροβ στο ραδιοφωνικό σταθμό «Έκο Μόσκβι», στις 30 Νοεμβρίου 2007. Το θέμα της συζήτησης ήταν ο όγδοος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Μιχαήλ Ταλ. Ο Ταλ δεν ήταν παιδί-θαύμα όπως για παράδειγμα ο Καπαμπλάνκα, που ο θρύλος λέει πως έμαθε το παιχνίδι όταν ήταν ακόμη νήπιο, παρατηρώντας τον πατέρα του να παίζει με τους φίλους του. Ο σκακιστής από τη Ρίγα της Λετονίας έμαθε πως να κινεί τα ξύλινα σκακιστικά κομμάτια μετά τον πόλεμο, το 1946, σε ηλικία 10 ετών, αρκετά μεγαλύτερος από τους περισσότερους μελλοντικούς του αντιπάλους. Αλλά όταν ασχολήθηκε με το σκάκι, δεν χώραγε σε κανέναν αμφιβολία πως επρόκειτο για παιδί που θα άφηνε εποχή.
Μόλις τρία χρόνια μετά ο Ταλ συμπεριλήφθηκε στην αντιπροσωπευτική ομάδα νέων της βαλτικής χώρας. Στα 17 του έγινε πρωταθλητής Λετονίας και στα 21 πρωταθλητής Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Ταλ έγινε πολύ γνωστός και δημοφιλής επειδή το στυλ παιχνιδιού του διέφερε κατά πολύ. Είχε ένα «τρελό» τρόπο και μάλιστα κατά την εποχή που κυριαρχούσε ο Μιχαήλ Μποτβίνικ με το ψύχραιμο, ατσάλινο, λογικό στυλ του. Ο Ταλ έπαιζε λάθος σκάκι. Διασκεδαστικό, θεαματικό, δραματικό, συνδυαστικό, χαώδες. Και κέρδιζε.
Το 1960, λίγο πριν γιορτάσει τα 24α γενέθλιά του, ο Ταλ εθεωρείτο από πολλούς ο καλύτερος παίχτης του κόσμου. Προκρίθηκε από ένα κοπιαστικό σερί αγώνων και διεκδίκησε το παγκόσμιο από τον Μποτβίνικ. Τον κέρδισε εύκολα και έγινε ο νεότερος παγκόσμιος πρωταθλητής της ιστορίας. Δεν κράτησε τον τίτλο για πολύ, ηττήθηκε στο ματς ρεβάνς του 1961. Έως και το θάνατό του, ο Ταλ βρισκόταν πάντα στους δέκα κορυφαίους, αλλά ποτέ ξανά πρώτος.
Η υγεία του, εύθραυστη από τα παιδικά του χρόνια τον πρόδιδε συχνά. Δεν ακολουθούσε κανέναν κανόνα προφύλαξης, υπέφερε στα τελευταία του και έφυγε από τη ζωή μόλις στα 56 του, το 1992.
Εβγκένι Κισέλεβ: Και τώρα επιτρέψτε μου να σας συστήσω τον σημερινό καλεσμένο. Δίπλα μου, στο στούντιο, ο 13ος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Γκάρι Κασπάροβ. Γνωρίζατε τον Ταλ προσωπικά;
Γκάρι Κασπάροβ: Καλημέρα. Ναι, φυσικά. Είχα παίξει εναντίον του.
Ε.Κ.: Το σκορ;
Γ.Κ.: Πολλές ισοπαλίες, κέρδισα μια παρτίδα, σε αγώνες κλασσικού χρόνου. Στα μπλιτς νομίζω ήμασταν ισόπαλοι. Όμως θυμάμαι περισσότερο μια παρτίδα εναντίον του Ταλ, σε σιμουλτανέ, τον Μάρτιο του 1974. Ήμουν 11 ετών και απέναντί μου βρισκόταν ο Μίσα Ταλ. Από τη στιγμή της χειραψίας κιόλας τα ‘χασα. Έχασα γρήγορα. Το 1978, στο πρωτάθλημα Σοβ. Ένωσης παίξαμε την πρώτη μας επίσημη παρτίδα. Βρεθήκαμε και αντίπαλοι σε ένα ματς μπλιτς, το σκορ ήταν 7:7. Ξαναείδα τις παρτίδες πρόσφατα. Συναντηθήκαμε πολλές φορές από τότε. Διατηρούσαμε καλή σχέση. Δούλεψα λίγο μαζί του. Γύρω στο 1980, βρέθηκε στο Μπακού και παίξαμε μερικές παρτίδες προπόνησης. Δεν χάσαμε την επαφή, ως και τις τελευταίες του μέρες. Γινόταν ένα τουρνουά μπλιτς στη Μόσχα, ένα μήνα πριν πεθάνει. Η όψη του ήταν δραματική, αλλά ο λαμπρός σκακιστής Ταλ, ήταν ακόμη Ταλ. Έχασα μόνο μια παρτίδα σ’ εκείνους τους αγώνες, από αυτόν. Είναι ο μόνος παίχτης που γνώρισα ο οποίος δεν μέτραγε τις βαριάντες, τις έβλεπε.
Ε.Κ.: Τι εννοείτε;
Γ.Κ. : Στο σκάκι μετράμε βαριάντες, κινήσεις. Θα παίξει αυτό, θα απαντήσω έτσι. Ο Ταλ είχε καθαρή την εικόνα στην 8η κίνηση, αυτόματα. Ένας συνηθισμέμος άνθρωπος πρέπει να στρωθεί να υπολογίζει, σε μερικούς μεφαλοφυείς αυτή η διαδικασία είναι αυτόματη και φυσική. Συμβαίνει με μεγάλους μουσικούς και επιστήμονες. Ο Ταλ ήταν μοναδικός και το παιχνίδι του ανεπανάληπτο. Έκανε ασυνήθιστη ζωή. Δεν σκεφτόταν τίποτα, όπως και στο σκάκι, δεν υπολόγιζε τίποτα.
Ε.Κ.: Αν τον συγκρίνουμε με άλλες προσωπικότητες της σκακιστικής ιστορίας; Υπήρχε ο Μποτβίνικ για παράδειγμα. Δεν ηττήθηκε μόνο από τον Ταλ, αλλά και από τον Σμίσλοβ και τελικά άφησε τον τίτλο του στον Πετροσιάν. Όμως, τα τέλη του ’40 και ολόκληρο το ’50 είναι η εποχή Μποτβίνικ. Τι άλλαξε στο σκάκι με τον Ταλ; Ήταν παιδί της εποχής Χρουστσόφ;
Γ.Κ.: Οι παγκόσμιοι πρωταθλητές εντάσσονται στο πνεύμα της εποχής τους. Η κυριαρχία του Μποτβίνικ, στην πραγματικότητα, ήταν τη δεκαετία του ’30. Τότε ήταν ο κορυφαίος σοβιετικός. Όλα αυτά τα συγχαρητήρια από τη σοβιετική κυβέρνηση, το γράμμα του Μποτβίνικ προς τον Στάλιν, τα ειδικά προνόμια, όλα αυτά, ήταν το 1936-37. Ο Μποτβίνικ, όταν βρέθηκε απέναντι στον Ταλ, ήταν 25 χρόνια μεγαλύτερος. Η συνεισφορά του Μποτβίνικ είναι πολύ σπουδαία, αν την εντάξουμε στο ιστορικό της πλαίσιο. Λογικό, ψυχρό, επιστημονικό στυλ. Επιχείρησε να χωρίσει το σκάκι σε τετράγωνα και να τα αναλύσει ένα προς ένα. Ήταν κάτι επαναστατικό για το σκάκι. Και η δογματική αυτή προσέγγιση είχε καρπούς. Ο Σμίσλοβ ήταν διαφορετικός, αλλά έπαιζε κι εκείνος με αυτό το κλασσικό στυλ. Ο Ταλ τα άλλαξε όλα. Δεν έπαιζε σκάκι εμπιστοσύνης, όμως κέρδιζε…
Ε.Κ.: Ο Σπάσκι ήταν πιο ισχυρός;
Γ.Κ.: Ήταν πιο ευπροσάρμοστος. Αναμφίβολα. Παρεμπιπτόντως, ο Ταλ ποτέ δεν έπαιζε καλά εναντίον του Σπάσκι, ούτε εναντίον του Κορτσνόι. Κατά το 1965, ήταν φανερό, πως για πολλούς λόγους ο Ταλ δεν θα μπορούσε να επανέλθει στην απόλυτη κορυφή. Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στα αποτελέσματα.
Ε.Κ.: Διασταυρώθηκαν οι δρόμοι του Ταλ με του Κάρποβ;
Γ.Κ : Ο Ταλ εργάστηκε σκακιστικά με τον Κάρποβ πριν από το ματς που δεν έγινε ποτέ (με τον Φίσερ), καθώς κι όταν ο Κάρποβ αντιμετώπισε τον Κορτσνόι.
Ε.Κ.: Τα στυλ του Κάρποβ και του Ταλ είναι τόσο διαφορετικά, όμως…
Γ.Κ.: Για αυτό ακριβώς η συνεργασία ήταν αποδοτική. Ωστόσο, τη δεκαετία του ’70 ο Ταλ έπαιζε πιο προσγειωμένα. Στα τέλη της δεκαετίας μάλιστα μπορούμε να πούμε πως ήταν περισσότερο “τεχνικός” παίκτης. Φυσικά μπορούσε να εξαπολύσει από το πουθενά συνδυαστική καταιγίδα, αλλά δεν αποτελούσε πλέον κάτι σημαντικό για εκείνον. Είχε καταλάβει πως ήταν απαραίτητο να κάνει μερικά “βαρετά” πράγματα στη σκακιέρα και έμαθε να τα κάνει πολύ καλά.
Ε.Κ. : Με τον Φίσερ, έπαιξε;
Γ.Κ. : Φυσικά. Και τον νικούσε, ειδικά όταν ο Φίσερ ήταν μικρός. Στο τουρνουά υποψηφίων του 1959, τον κέρδισε με σκορ 4:0. Η πρώτη νίκη του Φίσερ εναντίον του Ταλ σημειώθηκε το 1961, στο Μπλεντ. Ο Ταλ ήταν εξαιρετικά δύσκολος αντίπαλος για τον Αμερικανό, ένας πονοκέφαλος. Ο Φίσερ ήταν λογικός παίχτης, ο Ταλ, όπως είπαμε, έπαιζε “λάθος σκάκι”.
Ε.Κ.: Αντιτάχθηκε ο Ταλ στις σοβιετικές αρχές; Είχε πολιτική άποψη;
Γ.Κ.: Αγαπούσε την ελευθερία. Δεν άντεχε την επίσημη ψευδορητορεία. Δεν συγκρούστηκε όμως, δεν είχε συγκροτημένη πολιτική συνείδηση. Ζούσε την έντονη ζωή του, κάπως απομακρυσμένος από τα κοινά, και παρόλα αυτά αντιμετώπισε κάποια προβλήματα δυσμένειας. Συγκρούστηκε με τον Κάρποβ, από μια στιγμή και μετά.
Ε.Κ.: Και ο Ταλ σας βοήθησε, στα ματς με τον Κάρποβ. Δεν ξέρω αν θρησκευόταν, αλλά προσευχήθηκε για σας, για τη νίκη σας.
Γ.Κ. : Ο Ταλ δεν δεν προσευχήθηκε ποτέ για κανέναν. Απλώς ήθελε μερικές αλλαγές. Ζητούσε να αλλάξει το σύστημα που ευνοούσε τον Κάρποβ. Και δεν έκρυψε τη συμπάθειά του και τις ελπίδες του.
Μόλις τρία χρόνια μετά ο Ταλ συμπεριλήφθηκε στην αντιπροσωπευτική ομάδα νέων της βαλτικής χώρας. Στα 17 του έγινε πρωταθλητής Λετονίας και στα 21 πρωταθλητής Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Ταλ έγινε πολύ γνωστός και δημοφιλής επειδή το στυλ παιχνιδιού του διέφερε κατά πολύ. Είχε ένα «τρελό» τρόπο και μάλιστα κατά την εποχή που κυριαρχούσε ο Μιχαήλ Μποτβίνικ με το ψύχραιμο, ατσάλινο, λογικό στυλ του. Ο Ταλ έπαιζε λάθος σκάκι. Διασκεδαστικό, θεαματικό, δραματικό, συνδυαστικό, χαώδες. Και κέρδιζε.
Το 1960, λίγο πριν γιορτάσει τα 24α γενέθλιά του, ο Ταλ εθεωρείτο από πολλούς ο καλύτερος παίχτης του κόσμου. Προκρίθηκε από ένα κοπιαστικό σερί αγώνων και διεκδίκησε το παγκόσμιο από τον Μποτβίνικ. Τον κέρδισε εύκολα και έγινε ο νεότερος παγκόσμιος πρωταθλητής της ιστορίας. Δεν κράτησε τον τίτλο για πολύ, ηττήθηκε στο ματς ρεβάνς του 1961. Έως και το θάνατό του, ο Ταλ βρισκόταν πάντα στους δέκα κορυφαίους, αλλά ποτέ ξανά πρώτος.
Η υγεία του, εύθραυστη από τα παιδικά του χρόνια τον πρόδιδε συχνά. Δεν ακολουθούσε κανέναν κανόνα προφύλαξης, υπέφερε στα τελευταία του και έφυγε από τη ζωή μόλις στα 56 του, το 1992.
Εβγκένι Κισέλεβ: Και τώρα επιτρέψτε μου να σας συστήσω τον σημερινό καλεσμένο. Δίπλα μου, στο στούντιο, ο 13ος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Γκάρι Κασπάροβ. Γνωρίζατε τον Ταλ προσωπικά;
Γκάρι Κασπάροβ: Καλημέρα. Ναι, φυσικά. Είχα παίξει εναντίον του.
Ε.Κ.: Το σκορ;
Γ.Κ.: Πολλές ισοπαλίες, κέρδισα μια παρτίδα, σε αγώνες κλασσικού χρόνου. Στα μπλιτς νομίζω ήμασταν ισόπαλοι. Όμως θυμάμαι περισσότερο μια παρτίδα εναντίον του Ταλ, σε σιμουλτανέ, τον Μάρτιο του 1974. Ήμουν 11 ετών και απέναντί μου βρισκόταν ο Μίσα Ταλ. Από τη στιγμή της χειραψίας κιόλας τα ‘χασα. Έχασα γρήγορα. Το 1978, στο πρωτάθλημα Σοβ. Ένωσης παίξαμε την πρώτη μας επίσημη παρτίδα. Βρεθήκαμε και αντίπαλοι σε ένα ματς μπλιτς, το σκορ ήταν 7:7. Ξαναείδα τις παρτίδες πρόσφατα. Συναντηθήκαμε πολλές φορές από τότε. Διατηρούσαμε καλή σχέση. Δούλεψα λίγο μαζί του. Γύρω στο 1980, βρέθηκε στο Μπακού και παίξαμε μερικές παρτίδες προπόνησης. Δεν χάσαμε την επαφή, ως και τις τελευταίες του μέρες. Γινόταν ένα τουρνουά μπλιτς στη Μόσχα, ένα μήνα πριν πεθάνει. Η όψη του ήταν δραματική, αλλά ο λαμπρός σκακιστής Ταλ, ήταν ακόμη Ταλ. Έχασα μόνο μια παρτίδα σ’ εκείνους τους αγώνες, από αυτόν. Είναι ο μόνος παίχτης που γνώρισα ο οποίος δεν μέτραγε τις βαριάντες, τις έβλεπε.
Ε.Κ.: Τι εννοείτε;
Γ.Κ. : Στο σκάκι μετράμε βαριάντες, κινήσεις. Θα παίξει αυτό, θα απαντήσω έτσι. Ο Ταλ είχε καθαρή την εικόνα στην 8η κίνηση, αυτόματα. Ένας συνηθισμέμος άνθρωπος πρέπει να στρωθεί να υπολογίζει, σε μερικούς μεφαλοφυείς αυτή η διαδικασία είναι αυτόματη και φυσική. Συμβαίνει με μεγάλους μουσικούς και επιστήμονες. Ο Ταλ ήταν μοναδικός και το παιχνίδι του ανεπανάληπτο. Έκανε ασυνήθιστη ζωή. Δεν σκεφτόταν τίποτα, όπως και στο σκάκι, δεν υπολόγιζε τίποτα.
Ε.Κ.: Αν τον συγκρίνουμε με άλλες προσωπικότητες της σκακιστικής ιστορίας; Υπήρχε ο Μποτβίνικ για παράδειγμα. Δεν ηττήθηκε μόνο από τον Ταλ, αλλά και από τον Σμίσλοβ και τελικά άφησε τον τίτλο του στον Πετροσιάν. Όμως, τα τέλη του ’40 και ολόκληρο το ’50 είναι η εποχή Μποτβίνικ. Τι άλλαξε στο σκάκι με τον Ταλ; Ήταν παιδί της εποχής Χρουστσόφ;
Γ.Κ.: Οι παγκόσμιοι πρωταθλητές εντάσσονται στο πνεύμα της εποχής τους. Η κυριαρχία του Μποτβίνικ, στην πραγματικότητα, ήταν τη δεκαετία του ’30. Τότε ήταν ο κορυφαίος σοβιετικός. Όλα αυτά τα συγχαρητήρια από τη σοβιετική κυβέρνηση, το γράμμα του Μποτβίνικ προς τον Στάλιν, τα ειδικά προνόμια, όλα αυτά, ήταν το 1936-37. Ο Μποτβίνικ, όταν βρέθηκε απέναντι στον Ταλ, ήταν 25 χρόνια μεγαλύτερος. Η συνεισφορά του Μποτβίνικ είναι πολύ σπουδαία, αν την εντάξουμε στο ιστορικό της πλαίσιο. Λογικό, ψυχρό, επιστημονικό στυλ. Επιχείρησε να χωρίσει το σκάκι σε τετράγωνα και να τα αναλύσει ένα προς ένα. Ήταν κάτι επαναστατικό για το σκάκι. Και η δογματική αυτή προσέγγιση είχε καρπούς. Ο Σμίσλοβ ήταν διαφορετικός, αλλά έπαιζε κι εκείνος με αυτό το κλασσικό στυλ. Ο Ταλ τα άλλαξε όλα. Δεν έπαιζε σκάκι εμπιστοσύνης, όμως κέρδιζε…
Ε.Κ.: Ο Σπάσκι ήταν πιο ισχυρός;
Γ.Κ.: Ήταν πιο ευπροσάρμοστος. Αναμφίβολα. Παρεμπιπτόντως, ο Ταλ ποτέ δεν έπαιζε καλά εναντίον του Σπάσκι, ούτε εναντίον του Κορτσνόι. Κατά το 1965, ήταν φανερό, πως για πολλούς λόγους ο Ταλ δεν θα μπορούσε να επανέλθει στην απόλυτη κορυφή. Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στα αποτελέσματα.
Ε.Κ.: Διασταυρώθηκαν οι δρόμοι του Ταλ με του Κάρποβ;
Γ.Κ : Ο Ταλ εργάστηκε σκακιστικά με τον Κάρποβ πριν από το ματς που δεν έγινε ποτέ (με τον Φίσερ), καθώς κι όταν ο Κάρποβ αντιμετώπισε τον Κορτσνόι.
Ε.Κ.: Τα στυλ του Κάρποβ και του Ταλ είναι τόσο διαφορετικά, όμως…
Γ.Κ.: Για αυτό ακριβώς η συνεργασία ήταν αποδοτική. Ωστόσο, τη δεκαετία του ’70 ο Ταλ έπαιζε πιο προσγειωμένα. Στα τέλη της δεκαετίας μάλιστα μπορούμε να πούμε πως ήταν περισσότερο “τεχνικός” παίκτης. Φυσικά μπορούσε να εξαπολύσει από το πουθενά συνδυαστική καταιγίδα, αλλά δεν αποτελούσε πλέον κάτι σημαντικό για εκείνον. Είχε καταλάβει πως ήταν απαραίτητο να κάνει μερικά “βαρετά” πράγματα στη σκακιέρα και έμαθε να τα κάνει πολύ καλά.
Ε.Κ. : Με τον Φίσερ, έπαιξε;
Γ.Κ. : Φυσικά. Και τον νικούσε, ειδικά όταν ο Φίσερ ήταν μικρός. Στο τουρνουά υποψηφίων του 1959, τον κέρδισε με σκορ 4:0. Η πρώτη νίκη του Φίσερ εναντίον του Ταλ σημειώθηκε το 1961, στο Μπλεντ. Ο Ταλ ήταν εξαιρετικά δύσκολος αντίπαλος για τον Αμερικανό, ένας πονοκέφαλος. Ο Φίσερ ήταν λογικός παίχτης, ο Ταλ, όπως είπαμε, έπαιζε “λάθος σκάκι”.
Ε.Κ.: Αντιτάχθηκε ο Ταλ στις σοβιετικές αρχές; Είχε πολιτική άποψη;
Γ.Κ.: Αγαπούσε την ελευθερία. Δεν άντεχε την επίσημη ψευδορητορεία. Δεν συγκρούστηκε όμως, δεν είχε συγκροτημένη πολιτική συνείδηση. Ζούσε την έντονη ζωή του, κάπως απομακρυσμένος από τα κοινά, και παρόλα αυτά αντιμετώπισε κάποια προβλήματα δυσμένειας. Συγκρούστηκε με τον Κάρποβ, από μια στιγμή και μετά.
Ε.Κ.: Και ο Ταλ σας βοήθησε, στα ματς με τον Κάρποβ. Δεν ξέρω αν θρησκευόταν, αλλά προσευχήθηκε για σας, για τη νίκη σας.
Γ.Κ. : Ο Ταλ δεν δεν προσευχήθηκε ποτέ για κανέναν. Απλώς ήθελε μερικές αλλαγές. Ζητούσε να αλλάξει το σύστημα που ευνοούσε τον Κάρποβ. Και δεν έκρυψε τη συμπάθειά του και τις ελπίδες του.
Αφιέρωμα στον Βίλελμ Στάινιτς (17 Μαΐου 1836 - 12 Αυγούστου 1900)
Είναι ένα εκπληκτικό αφιέρωμα στον ιδρυτή της νεώτερης θεωρίας του σκακιού και στον πρώτο αδιαφιλονίκητο Παγκόσμιο Πρωταθλητή Βίλελμ Στάινιτς, από το 1886 έως το 1894.
Μέρος 1ο
Μέρος 2ο
Μέρος 3ο
Η ζωή του Μιχαήλ Ταλ
Ο Μιχαήλ Νεχέμιεβιτς Ταλ (Mihails Tāls, Михаил Нехемьевич Таль) (9 Νοεμβρίου 1936 - 28 Ιουνίου 1992), γεννήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας και ήταν ο όγδοος Παγκόσμιος Πρωταθλητής στο Σκάκι.
Γνωστός και ως "ο μάγος από τη Ρίγα", ο Ταλ ήταν μια από τις μεγαλύτερες μεγαλοφυίες στην καταγεγραμμένη ιστορία του σκακιού σε ότι αφορά στην επίθεση . Το επιθετικό του στυλ συνίστατο στους όμορφους συνδυασμούς του, όπου η αληθινή φύση των θέσεων κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του ήταν αδύνατη να προβλεφθεί από τους αντιπάλους του - μερικές φορές ακόμη και από τον Ταλ τον ίδιο - εντός των χρονικών ορίων που επιβάλλονται στους σκακιστικούς αγώνες.
Αντίθετα από το ομαλό, σχεδόν αβίαστο ύφος του Καπαμπλάνκα, ο Ταλ....
έπαιζε εσκεμμένα κινήσεις οι οποίες δημιουργούσαν μέγιστες περιπλοκές και για τις δύο πλευρές. Κατά τα λεγόμενά του, Δεν είναι απαραίτητο να παίξεις καλά. Πρέπει απλά να παίξεις καλύτερα από τον αντίπαλό σου. Ο Δρ. Λάσκερ θα είχε αγαπήσει αυτήν τη δήλωση, διότι έκρινε επίσης το παιχνίδι του σκακιού ως αντιπαράθεση μεταξύ δύο μυαλών, σε αντιδιαστολή με κάποιον που κάνει τυφλά τις "σωστές" κινήσεις επί της σκακιέρας.
Γεννημένος στη Λετονία το 1936, ο Ταλ ήταν σχετικά άγνωστος στον κόσμο του σκακιού έναντι στους διάσημους σοβιετικούς συμπατριώτες του, δηλαδή,Μποτβίννικ, Σμυσλόβ, Κέρες, Μπρονστάιν, Σπάσκι, Πετροσιάν, κ.λπ., μέχρι την δεκαετία του '50, όταν το όνομά του ταρακούνησε όλο τον κόσμο του σκακιού με τη νίκη του στο πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης το 1957 και το 1958, και κερδίζοντας κατόπιν τα προκριματικά πρωταθλήματα παγκόσμιου πρωταθλήματος το 1959 για να γίνει ο επίσημος διεκδικητης του παγκοσμίου τίτλου ενάντια στον Μποτβίννικ. Στα προκριματικά του 1959, κέρδισε 4-0 τον νεαρό, αλλά λαμπρό μελλοντικό παγκόσμιο πρωταθλητή, Μπόμπι Φίσερ. Το ύφος του Ταλ γοήτευσε τον κόσμο σκακιού, και ο ΓκρανμαίτρΡαγκόζιν ανέφερε: "Ο Ταλ δεν κινεί τα κομμάτια σκακιού με το χέρι, χρησιμοποιεί μια μαγική ράβδο".
Ο Ταλ εκείνη την εποχή προκαλούσε τον φόβο των αντιπάλων Γκρανμαίτρ. Ένα αστείο περιστατικό συνέβη σε ένα παιχνίδι του εναντίον του Ούγγρου GM Παλ Μπένκο (ο οποίος έπαιζε με τα λευκά) στα προκριματικά του παγκοσμίου πρωταθλήματος στο Βελιγράδι της Γιουγκοσλαβίας το 1959. Αυτός ήταν ο τρίτος γύρος (οι πρώτοι δύο παίχτηκαν στο Μπλεντ και στο Ζάγκρεμπ, αντιστοίχως), και ο Μπένκο άρχισε να σκέφτεται ότι ο Ταλ τον υπνώτιζε επειδή δεν είχε καλά αποτελέσματα εναντίον του μέχρι τότε. Έτσι ο Μπένκο πήρε γυαλιά ηλίου και τα φόρεσε πριν ξεκινήσει η παρτίδα. Όμως ο Ταλ, ο οποίος είχε μάθει για το σχέδιο του Μπένκο να φορέσει τα γυαλιά ηλίου πριν από το παιχνίδι, δανείστηκε κάτι τεράστια σκοτεινά γυαλιά από τον Πετροσιάν. Έτσι, όταν ο Ταλ έβαλε αυτά τα γελοία τεράστια γυαλιά, δεν γέλασαν μόνο οι θεατές, αλλά και όλοι οι άλλοι συμμετέχοντες όπως οι διαιτητές, ακόμη και ο ίδιος ο Μπένκο. Αντίθετα όμως από τον Ταλ, ο Μπένκο δεν αφαίρεσε τα γυαλιά του μέχρι τη 20ή κίνηση όταν η θέση του ήταν μάταιη και η νίκη του Ταλ σίγουρη.
Μετά τη νίκη του στα προκριματικά του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος το 1959, ορισμένοι σκεπτικιστές υποστήριζαν ότι ο Μποτβίννικ ήταν ένας τόσο σταθερός και στρατηγικός παίχτης, ώστε το επιθετικό ύφος του Ταλ δεν θα ήταν σε θέση να διαπεράσει τη ισχυρή του άμυνα. Αλλά το 1960, όταν ο Ταλ έπαιξε ενάντια στον Μποτβίννικ για το παγκόσμιο πρωτάθλημα, κέρδισε την 6η παρτίδα με μια εξωφρενικά περίπλοκη και επικίνδυνη θυσία κομματιού, επειδή ο αντίπαλός του δεν μπόρεσε να υπολογίσει όλες τις περίπλοκες βαριάντες τις οποίες ο Ταλ δημιούργησε πάνω στην σκακιέρα. Ο Ταλ συνέχισε και κέρδισε την παρτίδα και αργότερα και το ματς και στέφθηκε ο 8ος Παγκόσμιος Πρωταθλητής στο σκάκι.
Ο Ταλ δεν ξανακατέκτησε τον τίτλο τού παγκοσμίου πρωταθλητή αν και παρέμεινε ένας από τους ισχυρότερους σκακιστές στον κόσμο μέχρι το θάνατό του το 1992. Το 1961, έπαιξε ενάντια στον Μποτβίννικ στο υποχρεωτικό ματς - ρεβάνς, όπου έγινε φανερό ότι ο Μποτβίννικ είχε χρησιμοποιήσει το χρόνο που μεσολάσβησε από το πρώτο ματς για να βρει τους τρόπους να εκμεταλλευθεί τον τρόπο παιχνιδιού του Ταλ. Ο Μποτβίννικ έτσι ανέκτησε τον τίτλο του Παγκοσμίου Πρωταθλητή, και ο Ταλ δεν ξαναέφθασε ποτέ στην κορυφή, καθώς εμφανίστηκαν και νέες σκακιστικές μεγαλοφυΐες όπως ο Πετροσιάν, ο Σπάσκι, ο Φίσερ, ο Κάρποβ και ο Κασπάροβ.
Γνωστός και ως "ο μάγος από τη Ρίγα", ο Ταλ ήταν μια από τις μεγαλύτερες μεγαλοφυίες στην καταγεγραμμένη ιστορία του σκακιού σε ότι αφορά στην επίθεση . Το επιθετικό του στυλ συνίστατο στους όμορφους συνδυασμούς του, όπου η αληθινή φύση των θέσεων κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του ήταν αδύνατη να προβλεφθεί από τους αντιπάλους του - μερικές φορές ακόμη και από τον Ταλ τον ίδιο - εντός των χρονικών ορίων που επιβάλλονται στους σκακιστικούς αγώνες.
Αντίθετα από το ομαλό, σχεδόν αβίαστο ύφος του Καπαμπλάνκα, ο Ταλ....
έπαιζε εσκεμμένα κινήσεις οι οποίες δημιουργούσαν μέγιστες περιπλοκές και για τις δύο πλευρές. Κατά τα λεγόμενά του, Δεν είναι απαραίτητο να παίξεις καλά. Πρέπει απλά να παίξεις καλύτερα από τον αντίπαλό σου. Ο Δρ. Λάσκερ θα είχε αγαπήσει αυτήν τη δήλωση, διότι έκρινε επίσης το παιχνίδι του σκακιού ως αντιπαράθεση μεταξύ δύο μυαλών, σε αντιδιαστολή με κάποιον που κάνει τυφλά τις "σωστές" κινήσεις επί της σκακιέρας.
Γεννημένος στη Λετονία το 1936, ο Ταλ ήταν σχετικά άγνωστος στον κόσμο του σκακιού έναντι στους διάσημους σοβιετικούς συμπατριώτες του, δηλαδή,Μποτβίννικ, Σμυσλόβ, Κέρες, Μπρονστάιν, Σπάσκι, Πετροσιάν, κ.λπ., μέχρι την δεκαετία του '50, όταν το όνομά του ταρακούνησε όλο τον κόσμο του σκακιού με τη νίκη του στο πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης το 1957 και το 1958, και κερδίζοντας κατόπιν τα προκριματικά πρωταθλήματα παγκόσμιου πρωταθλήματος το 1959 για να γίνει ο επίσημος διεκδικητης του παγκοσμίου τίτλου ενάντια στον Μποτβίννικ. Στα προκριματικά του 1959, κέρδισε 4-0 τον νεαρό, αλλά λαμπρό μελλοντικό παγκόσμιο πρωταθλητή, Μπόμπι Φίσερ. Το ύφος του Ταλ γοήτευσε τον κόσμο σκακιού, και ο ΓκρανμαίτρΡαγκόζιν ανέφερε: "Ο Ταλ δεν κινεί τα κομμάτια σκακιού με το χέρι, χρησιμοποιεί μια μαγική ράβδο".
Ο Ταλ εκείνη την εποχή προκαλούσε τον φόβο των αντιπάλων Γκρανμαίτρ. Ένα αστείο περιστατικό συνέβη σε ένα παιχνίδι του εναντίον του Ούγγρου GM Παλ Μπένκο (ο οποίος έπαιζε με τα λευκά) στα προκριματικά του παγκοσμίου πρωταθλήματος στο Βελιγράδι της Γιουγκοσλαβίας το 1959. Αυτός ήταν ο τρίτος γύρος (οι πρώτοι δύο παίχτηκαν στο Μπλεντ και στο Ζάγκρεμπ, αντιστοίχως), και ο Μπένκο άρχισε να σκέφτεται ότι ο Ταλ τον υπνώτιζε επειδή δεν είχε καλά αποτελέσματα εναντίον του μέχρι τότε. Έτσι ο Μπένκο πήρε γυαλιά ηλίου και τα φόρεσε πριν ξεκινήσει η παρτίδα. Όμως ο Ταλ, ο οποίος είχε μάθει για το σχέδιο του Μπένκο να φορέσει τα γυαλιά ηλίου πριν από το παιχνίδι, δανείστηκε κάτι τεράστια σκοτεινά γυαλιά από τον Πετροσιάν. Έτσι, όταν ο Ταλ έβαλε αυτά τα γελοία τεράστια γυαλιά, δεν γέλασαν μόνο οι θεατές, αλλά και όλοι οι άλλοι συμμετέχοντες όπως οι διαιτητές, ακόμη και ο ίδιος ο Μπένκο. Αντίθετα όμως από τον Ταλ, ο Μπένκο δεν αφαίρεσε τα γυαλιά του μέχρι τη 20ή κίνηση όταν η θέση του ήταν μάταιη και η νίκη του Ταλ σίγουρη.
Μετά τη νίκη του στα προκριματικά του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος το 1959, ορισμένοι σκεπτικιστές υποστήριζαν ότι ο Μποτβίννικ ήταν ένας τόσο σταθερός και στρατηγικός παίχτης, ώστε το επιθετικό ύφος του Ταλ δεν θα ήταν σε θέση να διαπεράσει τη ισχυρή του άμυνα. Αλλά το 1960, όταν ο Ταλ έπαιξε ενάντια στον Μποτβίννικ για το παγκόσμιο πρωτάθλημα, κέρδισε την 6η παρτίδα με μια εξωφρενικά περίπλοκη και επικίνδυνη θυσία κομματιού, επειδή ο αντίπαλός του δεν μπόρεσε να υπολογίσει όλες τις περίπλοκες βαριάντες τις οποίες ο Ταλ δημιούργησε πάνω στην σκακιέρα. Ο Ταλ συνέχισε και κέρδισε την παρτίδα και αργότερα και το ματς και στέφθηκε ο 8ος Παγκόσμιος Πρωταθλητής στο σκάκι.
Ο Ταλ δεν ξανακατέκτησε τον τίτλο τού παγκοσμίου πρωταθλητή αν και παρέμεινε ένας από τους ισχυρότερους σκακιστές στον κόσμο μέχρι το θάνατό του το 1992. Το 1961, έπαιξε ενάντια στον Μποτβίννικ στο υποχρεωτικό ματς - ρεβάνς, όπου έγινε φανερό ότι ο Μποτβίννικ είχε χρησιμοποιήσει το χρόνο που μεσολάσβησε από το πρώτο ματς για να βρει τους τρόπους να εκμεταλλευθεί τον τρόπο παιχνιδιού του Ταλ. Ο Μποτβίννικ έτσι ανέκτησε τον τίτλο του Παγκοσμίου Πρωταθλητή, και ο Ταλ δεν ξαναέφθασε ποτέ στην κορυφή, καθώς εμφανίστηκαν και νέες σκακιστικές μεγαλοφυΐες όπως ο Πετροσιάν, ο Σπάσκι, ο Φίσερ, ο Κάρποβ και ο Κασπάροβ.
«Αλεξάντερ Τόλους, Νικολάι Κοπίλοβ – Δυο νικητές του πρωταθλήματος Λένινγκραντ»
Ο Αλεξάντερ Τόλους (1910-1969), που ήταν ένας από τους δασκάλους του Μπόρις Σπάσκι, πέρασε όλη του τη ζωή στο Λένινγκραντ. Κέρδισε 4 φορές το πρωτάθλημα της πόλης και συμμετείχε 10 φορές στα τελικά του πρωταθλήματος ΕΣΣΔ. Το 1950 μάλιστα, κατετάγη δεύτερος, πίσω από τον Κέρες. Η σύζυγός του Βαλεντίνα εξέδωσε το 1983 βιογραφία του Τόλους, που περιέχει -ανάμεσα στα άλλα- 92 αναλυμένες παρτίδες του.
Ο Νικολάι Κοπίλοβ (1919-1995), από το Νοβονικολαγιέβσκ, κέρδισε το πρωτάθλημα του Λένινγκραντ το 1954. Αξιοσημείωτο είναι πως κέρδισε τους Μποτβίνικ, Κέρες, Πετροσιάν και Μπολεσλάβσκι στο πρωτάθλημα ΕΣΣΔ το 1951, όμως στην τελική βαθμολογία ήταν μόλις 11ος. Πέθανε το 1995, παίζοντας σκάκι σε τουρνουά.
Ο Νικολάι Κοπίλοβ (1919-1995), από το Νοβονικολαγιέβσκ, κέρδισε το πρωτάθλημα του Λένινγκραντ το 1954. Αξιοσημείωτο είναι πως κέρδισε τους Μποτβίνικ, Κέρες, Πετροσιάν και Μπολεσλάβσκι στο πρωτάθλημα ΕΣΣΔ το 1951, όμως στην τελική βαθμολογία ήταν μόλις 11ος. Πέθανε το 1995, παίζοντας σκάκι σε τουρνουά.
Η φωνή του Αλιέχιν
Μια σπάνια συνέντευξη. Ο Παγκόσμιος Πρωταθλητής Αλεξάντερ Αλιέχιν, μιλάει στο BBC το 1938 (είναι άγνωστος ο μήνας που δόθηκε η συνέντευξη. Επίσης άγνωστο είναι το όνομα του δημοσιογράφου).
Το κείμενο της συνέντευξης μεταφρασμένο στα ελληνικά:
Δημ: Πείτε μου Δρ. Αλιέχιν, νομίζετε ότι οι μεγάλοι σκακιστές γεννιούνται, ή δημιουργιούνται με σκληρή δουλειά;
Αλιέχιν: Όχι, ειλικρινά, πιστεύω ότι ο ιδανικός σκακιστής γεννιέται. Φυσικά, βλέπω το σκάκι σαν τέχνη και όπως δεν μπορείτε να δημιουργήσετε έναν μεγάλο ζωγράφο ή μουσικό, παρά μόνο αν το ταλέντο της ζωγραφικής ή της μουσικής είναι έμφυτο, έτσι πιστεύω ότι για να γίνει κανείς εξαιρετικός στο σκάκι, η ικανότητα πρέπει να υπάρχει εκ γενετής. Υπάρχει κάτι παραπάνω στο σκάκι πρωταθλητισμού από το να ακολουθεί απλώς κάποιος τους βασικούς κανόνες του παιχνιδιού. Για να παίξεις πραγματικά καλό σκάκι, χρειάζεσαι διορατικότητα. Η διορατικότητα είναι κάτι παρόμοιο με αυτό που πρέπει να έχει ένας δημιουργικός καλλιτέχνης αν θέλει να ξεχωρίσει την απόδοσή του από τον κοινό κόσμο.
Δημ: Φυσικά μαζί με την διορατικότητα, υποθέτω οι σκακιστές πρώτης γραμμής χρειάζονται μία μνήμη τέλεια εξασκημένη, όχι;
Αλιέχιν: Ω, όχι. Αυτό είναι που διακρίνει το σκάκι από το μπριτζ. Στο σκάκι δεν χρειάζεται φοβερή μνήμη. Απλώς, πρέπει να βλέπεις μπροστά, συνεχώς.
Δημ: Μου φαίνεται σαν το ιδανικό παιχνίδι για τους αισιόδοξους.
Αλιέχιν: Ναι, μπορείτε να το πείτε έτσι. Ποτέ δεν βλέπω πίσω σε μία παρτίδα ή σε ένα ματς αλλά προσπαθώ συνεχώς να βελτιώσω το παιχνίδι μου. Σύντομα, θα συμπληρώσω 30 χρόνια στο σκάκι. Έγινα μετρ σκακιού, ξέρετε, στα 16 μου.
Δημ: 16; Αυτό είναι εκπληκτικό!
Αλιέχιν: Ναι. Κέρδισα τότε το βάζο του τσάρου , το οποίο έχω ακόμη. Μου επιτράπηκε να το πάρω μαζί μου. Ήταν το μόνο αντικείμενο που πήρα μαζί μου όταν έφυγα από τη Ρωσία το 1921. Αλλά τα 30 χρόνια εμπειρίας που έχω στο σκάκι δεν μου έχουν διδάξει όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζω για το παιχνίδι.
Δημ: Πάντως, υποθέτω ότι τώρα ξέρετε όλες τις απαντήσεις.
Αλιέχιν: Ω, όχι, πιστέψτε με, η διάρκεια της ανθρώπινης ζωής δεν είναι αρκετή για να μάθεις τα πάντα στο σκάκι. Η τεχνική ναι, μπορεί να γίνει τέλεια. Αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερα που μπορεί να μάθει κανείς για την πραγματική τέχνη του παιχνιδιού. Πάρτε παράδειγμα τον αντίπαλό μου στο τελευταίο ματς, τον Δρ. Όιβε. Θεωρείται έξοχος ειδικός στα ανοίγματα. Και παρ’ όλα αυτά, στο τελευταίο μας ματς, σε μία παρτίδα, ήταν χαμένος μετά την 5η κίνηση! Καταλαβαίνετε λοιπόν, ότι ο καθένας από μας, έχει πολλά ακόμη να μάθει.
Δημ: Ναι, ναι. Αλλά, νομίζετε ότι το σκάκι σε επίπεδο πρωταθλητισμού, εμπεριέχει μεγάλη δόση πνευματικού στρες;
Αλιέχιν: Πνευματικό στρες όχι. Αλλά υπάρχει νευρική και σωματική υπερένταση. Είναι εξαιρετικά αναγκαίο να ετοιμάζεται κανείς σωματικά για τον αγώνα, γιατί όπως ίσως καταλαβαίνετε το σκάκι απαιτεί μεγάλη ενέργεια. Προσωπικά, πριν από τα ματς, προετοιμάζομαι με ήρεμη, υγιεινή, ήσυχη ζωή στη φύση. Και ξεκουράζομαι, ίσως γελάσετε, παίζοντας πιγκ πογκ.
Δημ: (γελάει)
Αλιέχιν: Ναι, πιγκ πογκ. Είναι από τα καλύτερά μου χόμπι.
Δημ: Αλλά, δεν έχετε φιλοδοξίες για το παγκόσμιο πρωτάθλημα του πιγκ πογκ, έχετε;
Αλιέχιν: Όχι, καθόλου. Πρέπει φυσικά να συγκεντρωθώ για να υπερασπίσω τον σκακιστικό μου παγκόσμιο τίτλο. Και σύντομα θα ταξιδέψω με τη σύζυγό μου στη Νότια Αμερική για να διευθετήσω τις λεπτομέρειες του επόμενου ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Δημ: Σας ευχαριστώ πολύ Δρ. Αλιέχιν και σας εύχομαι καλή τύχη.
Μπορείτε να ακούσετε τη συνέντευξη απο εδώ: http://www.skakistiko.com/wp-content/uploads/2011/02/alekhine1938bbc_1.mp3
Το κείμενο της συνέντευξης μεταφρασμένο στα ελληνικά:
Δημ: Πείτε μου Δρ. Αλιέχιν, νομίζετε ότι οι μεγάλοι σκακιστές γεννιούνται, ή δημιουργιούνται με σκληρή δουλειά;
Αλιέχιν: Όχι, ειλικρινά, πιστεύω ότι ο ιδανικός σκακιστής γεννιέται. Φυσικά, βλέπω το σκάκι σαν τέχνη και όπως δεν μπορείτε να δημιουργήσετε έναν μεγάλο ζωγράφο ή μουσικό, παρά μόνο αν το ταλέντο της ζωγραφικής ή της μουσικής είναι έμφυτο, έτσι πιστεύω ότι για να γίνει κανείς εξαιρετικός στο σκάκι, η ικανότητα πρέπει να υπάρχει εκ γενετής. Υπάρχει κάτι παραπάνω στο σκάκι πρωταθλητισμού από το να ακολουθεί απλώς κάποιος τους βασικούς κανόνες του παιχνιδιού. Για να παίξεις πραγματικά καλό σκάκι, χρειάζεσαι διορατικότητα. Η διορατικότητα είναι κάτι παρόμοιο με αυτό που πρέπει να έχει ένας δημιουργικός καλλιτέχνης αν θέλει να ξεχωρίσει την απόδοσή του από τον κοινό κόσμο.
Δημ: Φυσικά μαζί με την διορατικότητα, υποθέτω οι σκακιστές πρώτης γραμμής χρειάζονται μία μνήμη τέλεια εξασκημένη, όχι;
Αλιέχιν: Ω, όχι. Αυτό είναι που διακρίνει το σκάκι από το μπριτζ. Στο σκάκι δεν χρειάζεται φοβερή μνήμη. Απλώς, πρέπει να βλέπεις μπροστά, συνεχώς.
Δημ: Μου φαίνεται σαν το ιδανικό παιχνίδι για τους αισιόδοξους.
Αλιέχιν: Ναι, μπορείτε να το πείτε έτσι. Ποτέ δεν βλέπω πίσω σε μία παρτίδα ή σε ένα ματς αλλά προσπαθώ συνεχώς να βελτιώσω το παιχνίδι μου. Σύντομα, θα συμπληρώσω 30 χρόνια στο σκάκι. Έγινα μετρ σκακιού, ξέρετε, στα 16 μου.
Δημ: 16; Αυτό είναι εκπληκτικό!
Αλιέχιν: Ναι. Κέρδισα τότε το βάζο του τσάρου , το οποίο έχω ακόμη. Μου επιτράπηκε να το πάρω μαζί μου. Ήταν το μόνο αντικείμενο που πήρα μαζί μου όταν έφυγα από τη Ρωσία το 1921. Αλλά τα 30 χρόνια εμπειρίας που έχω στο σκάκι δεν μου έχουν διδάξει όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζω για το παιχνίδι.
Δημ: Πάντως, υποθέτω ότι τώρα ξέρετε όλες τις απαντήσεις.
Αλιέχιν: Ω, όχι, πιστέψτε με, η διάρκεια της ανθρώπινης ζωής δεν είναι αρκετή για να μάθεις τα πάντα στο σκάκι. Η τεχνική ναι, μπορεί να γίνει τέλεια. Αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερα που μπορεί να μάθει κανείς για την πραγματική τέχνη του παιχνιδιού. Πάρτε παράδειγμα τον αντίπαλό μου στο τελευταίο ματς, τον Δρ. Όιβε. Θεωρείται έξοχος ειδικός στα ανοίγματα. Και παρ’ όλα αυτά, στο τελευταίο μας ματς, σε μία παρτίδα, ήταν χαμένος μετά την 5η κίνηση! Καταλαβαίνετε λοιπόν, ότι ο καθένας από μας, έχει πολλά ακόμη να μάθει.
Δημ: Ναι, ναι. Αλλά, νομίζετε ότι το σκάκι σε επίπεδο πρωταθλητισμού, εμπεριέχει μεγάλη δόση πνευματικού στρες;
Αλιέχιν: Πνευματικό στρες όχι. Αλλά υπάρχει νευρική και σωματική υπερένταση. Είναι εξαιρετικά αναγκαίο να ετοιμάζεται κανείς σωματικά για τον αγώνα, γιατί όπως ίσως καταλαβαίνετε το σκάκι απαιτεί μεγάλη ενέργεια. Προσωπικά, πριν από τα ματς, προετοιμάζομαι με ήρεμη, υγιεινή, ήσυχη ζωή στη φύση. Και ξεκουράζομαι, ίσως γελάσετε, παίζοντας πιγκ πογκ.
Δημ: (γελάει)
Αλιέχιν: Ναι, πιγκ πογκ. Είναι από τα καλύτερά μου χόμπι.
Δημ: Αλλά, δεν έχετε φιλοδοξίες για το παγκόσμιο πρωτάθλημα του πιγκ πογκ, έχετε;
Αλιέχιν: Όχι, καθόλου. Πρέπει φυσικά να συγκεντρωθώ για να υπερασπίσω τον σκακιστικό μου παγκόσμιο τίτλο. Και σύντομα θα ταξιδέψω με τη σύζυγό μου στη Νότια Αμερική για να διευθετήσω τις λεπτομέρειες του επόμενου ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Δημ: Σας ευχαριστώ πολύ Δρ. Αλιέχιν και σας εύχομαι καλή τύχη.
Μπορείτε να ακούσετε τη συνέντευξη απο εδώ: http://www.skakistiko.com/wp-content/uploads/2011/02/alekhine1938bbc_1.mp3